Το Ισλάμ ως μία θρησκεία παγκόσμιου ελέους
Ηζωή είναι η σημαντικότερη και η πιο έκδηλη ευλογία του Παντοδύναμου Θεού. Η αληθινή, η αιώνια ζωή είναι η Μετά Θάνατον. Οι άνθρωποι μπορούν να απολαύσουν αυτή τη ζωή μόνο εφόσον έχουν ικανοποιήσει τον Θεό. Γι’ αυτό τον λόγο, από συμπόνια προς την ανθρωπότητα, Εκείνος στέλνει Προφήτες που αποκαλύπτουν τις Γραφές Του. Αρχίζει τις ευλογίες Του προς την ανθρωπότητα, λέγοντας:
Ο Πολυεύσπλαχνος. Δίδαξε το Κοράνι, έπλασε τον άνθρωπο και του δίδαξε την ομιλία. (Αλ Ραχμάν 55:1-4)
Όλες οι πτυχές αυτής της ζωής αποτελούν μια προετοιμασία για την επόμενη και κάθε πλάσμα δεσμεύεται να δράσει προς αυτή την κατεύθυνση. Η ευταξία είναι εμφανής σε κάθε προσπάθεια και η συμπόνια περιβάλλει την κάθε επιτυχία. Ορισμένα «φυσικά» γεγονότα ή κοινωνικές αναταραχές μπορεί να μοιάζουν ενοχλητικά στην αρχή, αλλά δεν πρέπει να τα θεωρούμε ασυμβίβαστα με τη θεϊκή συμπόνια. Είναι σαν τα σκοτεινά σύννεφα ή σαν τον κεραυνό και τη βροντή που, αν και τρομάζουν, φέρνουν την καλή είδηση της βροχής. Ακριβώς κατά τον ίδιο τρόπο, ολόκληρο το σύμπαν υμνεί τον Πολυεύσπλαχνο.
Ο Προφήτης Μουχαμμέντ (η ειρήνη και οι ευλογίες του Θεού ας είναι πάντα μαζί του) είναι σαν μια πηγή καθαρού νερού στην καρδιά της ερήμου, σαν μια πηγή φωτός μέσα στο σκοτάδι που σκεπάζει τα πάντα. Εκείνοι που προσφεύγουν σε αυτή την πηγή μπορούν να πάρουν όσο νερό χρειάζονται για να σβήσουν τη δίψα τους, να εξαγνιστούν από τις αμαρτίες τους και να φωτιστούν με το φως της πίστης. Το έλεος ήταν σαν ένα μαγικό κλειδί στα χέρια του Προφήτη, γιατί με αυτό άνοιξε καρδιές που ήταν τόσο σκληρές και σκουριασμένες που κανείς δεν πίστευε ότι θα μπορούσαν να ανοίξουν. Έκανε όμως ακόμα περισσότερα: άναψε τον πυρσό της πίστης στις καρδιές τους.
Η συμπόνια του Αγγελιαφόρου του Θεού περιέβαλε όλα τα πλάσματα. Επιθυμούσε όλοι να καθοδηγηθούν. Και μάλιστα αυτό ήταν το σημαντικότερο μέλημά του:
Μπορεί, όμως, αν δεν πιστέψουν σε αυτό το Μήνυμα, να αναλώσεις (να εξαντλήσεις) τον εαυτό σου, αναζητώντας τους, θλιμμένος. (Αλ Καφ 18:6)
Πώς όμως αντιμετώπισε εκείνους που επέμεναν στην τυραννική συμπεριφορά τους, εκείνους που δεν επέτρεπαν σε αυτόν και τους οπαδούς του να λατρεύουν τον Ένα Θεό, εκείνους που πήραν όπλα και στράφηκαν εναντίον του για να τον σκοτώσουν; Αναγκάστηκε να πολεμήσει αυτούς τους ανθρώπους, όμως η καθολική του συμπόνια περιέβαλλε το κάθε πλάσμα. Γι’ αυτό τον λόγο, όταν τραυματίστηκε σοβαρά στη Μάχη του Ουχούντ, ύψωσε τα χέρια του και προσευχήθηκε:
Ω Θεέ μου, συγχώρησε τον λαό μου, γιατί δεν γνωρίζει[1].
Οι κάτοικοι της Μέκκας, οι δικοί του άνθρωποι, του προκάλεσαν τόσα δεινά που τελικά μετανάστευσε στη Μεδίνα. Ακόμα και τότε, τα επόμενα πέντε χρόνια δεν ήταν καθόλου ειρηνικά. Ωστόσο, όταν κυρίευσε τη Μέκκα χωρίς αιματοχυσίες κατά το 21ο έτος της Αποστολής του, ρώτησε τους άπιστους κάτοικους της Μέκκας: «Πώς περιμένετε να σας συμπεριφερθώ;» Εκείνοι του απάντησαν ομόφωνα: «Είσαι ευγενής και γιος ευγενή». Τότε τους ανακοίνωσε την απόφασή του: «Μπορείτε να φύγετε, γιατί δεν θα τιμωρηθείτε σήμερα. Ο Θεός να σας συγχωρέσει. Εκείνος είναι ο Πιο Ευσπλαχνικός»[2]. Τα ίδια λόγια, 825 χρόνια αργότερα, είπε ο Σουλτάνος Μεχμέντ Β’ ο Πορθητής[3] στους ηττημένους Βυζαντινούς μετά την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης. Αυτό είναι το οικουμενικό μήνυμα ελέους του Ισλάμ.
Ο Αγγελιαφόρος επέδειξε τον υψηλότερο βαθμό συμπόνιας στους πιστούς:
Έχει έρθει ένας Αγγελιαφόρος, ένας από εσάς. Του προκαλούν θλίψη τα βάσανά σας, ανησυχεί για εσάς, είναι για τους πιστούς γεμάτος οίκτο και συμπόνια. (Ατ Τάουμπα 9:128)
Σκέπασε τους πιστούς με το φτερό σου της τρυφερότητας και του ελέους... (Αλ Χιτζρ 15:88)
...ήταν ο προστάτης των πιστών και πιο κοντινός σε αυτούς από τον ίδιο τον εαυτό τους. (Αλ Αχζάμπ 33:6)
Όταν ένας από τους Συντρόφους του πέθανε, ρώτησε τους παρευρισκόμενους στην κηδεία αν είχε αφήσει χρέη. Όταν άκουσε ότι έτσι είχε συμβεί, ο Προφήτης ανέφερε τον πιο πάνω στίχο και ανακοίνωσε ότι οι πιστωτές του θα μπορούσαν να τον επισκεφτούν για να εξοφληθούν.
Η συμπόνια του αγκάλιαζε ακόμα και τους υποκριτές και τους άπιστους. Ήξερε ποιοι ήταν οι υποκριτές, αλλά ποτέ δεν τους κατονόμαζε, γιατί έτσι θα τους καταδίκαζε να χάσουν τα πλήρη πολιτικά δικαιώματα που είχαν αποκτήσει δηλώνοντας την εξωτερική τους συμμόρφωση με την πίστη και τις πρακτικές του Ισλάμ. Ζώντας ανάμεσα σε Μουσουλμάνους, η άρνησή τους μπορεί σταδιακά να υποχωρούσε ή να μετατρεπόταν σε απλή αμφιβολία, μειώνοντας έτσι τον φόβο τους για τον θάνατο και τον πόνο που προκαλεί η αιώνια, μετά θάνατον, ανυπαρξία.
Ο Θεός δεν εξαλείφει πλέον τους άπιστους, παρά το γεγονός ότι στο παρελθόν είχε καταστρέψει πολλούς τέτοιους λαούς: Αλλά ο Θεός δεν θα τους τιμωρούσε ποτέ εφόσον βρίσκεσαι εσύ ανάμεσά τους. Ο Θεός δεν θα τους τιμωρούσε ποτέ, εφόσον εκλιπαρούν για συγχώρεση. (Αλ Ανφάλ 8:33)
Αυτός ο στίχος αναφέρεται στους άπιστους, ανεξάρτητα από τόπο και χρόνο. Ο Θεός δεν εξαλείφει ολόκληρους λαούς εφόσον υπάρχουν άνθρωποι που ακολουθούν τον Αγγελιαφόρο. Επιπλέον, έχει αφήσει την πόρτα της μετάνοιας ανοιχτή μέχρι την Έσχατη Ημέρα. Οποιοσδήποτε μπορεί να ασπαστεί το Ισλάμ ή να ζητήσει τη συγχώρεση του Θεού, ανεξάρτητα από το πόσο αμαρτωλό θεωρεί τον εαυτό του.
Υπό αυτή την έννοια, η εχθρότητα ενός Μουσουλμάνου προς τους άπιστους είναι μια μορφή οίκτου. Όταν ο Όμαρ είδε έναν 80χρονο άνδρα, κάθησε και έκλαψε. Όταν τον ρώτησαν γιατί κλαίει, εκείνος απάντησε: «Ο Θεός τού χάρισε τόσο μακρόχρονη ζωή, αλλά αυτός δεν κατάφερε να βρει τον αληθινό δρόμο». Ο Όμαρ ήταν οπαδός του Αγγελιαφόρου του Θεού, του Προφήτη που είπε:
Δεν στάλθηκα για να καταραστώ τους ανθρώπους, αλλά για να τους ελεήσω[4].
Είμαι ο Μουχαμμέντ και ο Αχμάντ (ο παινεμένος) και ο Μουκάφι (ο Τελευταίος Προφήτης)• είμαι ο Χασίρ (ο Τελευταίος Προφήτης, παρουσία του οποίου θα συγκεντρωθούν οι άνθρωποι)• ο Προφήτης της Μετάνοιας (ο Προφήτης για χάρη του οποίου η πόρτα της μετάνοιας θα παραμείνει για πάντα ανοιχτή) και ο Προφήτης του ελέους[5].
Και ο Αρχάγγελος Γαβριήλ επωφελήθηκε από το έλεος του Κορανίου. Όταν ο Προφήτης ρώτησε τον Γαβριήλ αν του αναλογούσε κάποιο μερίδιο του ελέους που περιέχεται στο Κοράνι, ο Γαβριήλ απάντησε καταφατικά και εξήγησε: «Δεν ήμουν σίγουρος για το τέλος μου. Ωστόσο, όταν αποκαλύφθηκε ο εξής στίχος: (Ένας) υπάκουσε και πολύ περισσότερο άξιος εμπιστοσύνης και ασφαλής (Ατ Τακγουίρ 81:21), ένιωσα ασφαλής»[6].
Ο Αγγελιαφόρος του Θεού ήταν ιδιαίτερα συμπονετικός με τα παιδιά. Όποτε έβλεπε ένα παιδί να κλαίει, καθόταν πλάι του και προσπαθούσε να το παρηγορήσει. Ένιωθε τον πόνο μιας μητέρας για το παιδί της περισσότερο από την ίδια τη μητέρα. Κάποτε είπε: Προσεύχομαι και θέλω να παρατείνω την προσευχή. Όμως, ακούω ένα παιδί να κλαίει και συντομεύω την προσευχή για να μειώσω την αγωνία της μητέρας[7].
Έπαιρνε τα παιδιά στα χέρια του και τα αγκάλιαζε. Κάποτε, όταν αγκάλιασε και φίλησε τον εγγονό του, τον Χασάν, ο Άκρα ιμπν Χάμπις τού είπε: «Έχω 10 παιδιά και δεν έχω φιλήσει ποτέ κανένα». Και ο Αγγελιαφόρος του Θεού αποκρίθηκε: «Κάποιος που δεν συμπονάει, δεν θα τύχει συμπόνιας από κανέναν»[8]. Κατά μία άλλη εκδοχή, πρόσθεσε: «Τι μπορώ να κάνω εγώ για σένα, αν ο Θεός σού έχει αφαιρέσει τη συμπόνια;»[9].
Είπε: «Λυπηθείτε αυτούς που ζουν στη Γη για να σας λυπηθούν αυτοί που ζουν στους ουρανούς»[10]. Κάποτε, όταν αρρώστησε ο Σαντ ιμπν Ουμπάντα, ο Αγγελιαφόρος του Θεού τον επισκέφτηκε στο σπίτι του. Βλέποντας τον πιστό του Σύντροφο σε θλιβερή κατάσταση, άρχισε να κλαίει και είπε: «Ο Θεός δεν τιμωρεί εξαιτίας των δακρύων ή της θλίψης, αλλά τιμωρεί εξαιτίας αυτής» και έδειξε τη γλώσσα του[11]. Όταν πέθανε ο Ουθμάν ιμπν Μαντούν, έκλαιγε ακατάσχετα. Στη διάρκεια της κηδείας, μια γυναίκα σχολίασε: «Ο Ουθμάν πέταξε σαν πουλί προς τον Παράδεισο». Ακόμα και σε εκείνες τις συνθήκες πένθους, ο Προφήτης δεν έχασε την ψυχραιμία του και διόρθωσε τη γυναίκα: «Πώς το γνωρίζεις; Αυτό δεν το γνωρίζω ούτε εγώ και είμαι Προφήτης».[12]
Ένα μέλος της φυλής Μπανού Μουκάριν χτύπησε κάποτε τη σκλάβα του. Εκείνη ενημέρωσε τον Αγγελιαφόρο του Θεού, ο οποίος τότε έστειλε ένα μήνυμα στον αφέντη. Του είπε: «Τη χτύπησες χωρίς λόγο. Ελευθέρωσέ την αμέσως»[13]. Το να ελευθερώσει τη σκλάβα ήταν πολύ προτιμότερο για τον αφέντη από το να τιμωρηθεί στην Επόμενη Ζωή εξαιτίας μιας άδικης πράξης. Ο Αγγελιαφόρος του Θεού πάντα προστάτευε και στήριζε τις χήρες, τα ορφανά, τους φτωχούς και τους ανάπηρους, ακόμα και πριν ξεκινήσει η Προφητική του Αποστολή. Όταν επέστρεψε στο σπίτι από το Όρος Χίρα, ενθουσιασμένος μετά την πρώτη Αποκάλυψη, η σύζυγός του Χαντίτζα τού είπε:
Ελπίζω να γίνεις ο Προφήτης αυτής της κοινωνίας, γιατί λες πάντα την αλήθεια, ανταποδίδεις την εμπιστοσύνη που σου δείχνουν οι άνθρωποι, στηρίζεις τους συγγενείς σου, βοηθάς τους φτωχούς και αδύνατους και ταΐζεις τους καλεσμένους σου[14].
Ο οίκτος του περιέβαλλε ακόμα και τα ζώα. Μαθαίνουμε από αυτόν:
Μια πόρνη καθοδηγήθηκε στην αλήθεια από τον Θεό και τελικά πήγε στον Παράδεισο γιατί έδωσε νερό σε ένα δύστυχο σκυλί που πέθαινε από δίψα μέσα σε ένα πηγάδι. Μια άλλη γυναίκα πήγε στην Κόλαση επειδή άφησε μια γάτα να πεθάνει από πείνα[15].
Κάποτε, επιστρέφοντας από μια στρατιωτική αποστολή, μερικοί Σύντροφοι πήραν κάποιους νεοσσούς από τη φωλιά τους για να τους χαϊδέψουν. Η μητέρα των πουλιών επέστρεψε και, μην μπορώντας να βρει τα μωρά της, άρχισε να πετάει τριγύρω, καλώντας τα. Όταν το πληροφορήθηκε, ο Αγγελιαφόρος του Θεού θύμωσε και διέταξε να τοποθετηθούν τα πουλιά πάλι στη φωλιά[16].
Όταν βρίσκονταν στη Μίνα, κάποιοι από τους Συντρόφους του επιτέθηκαν σε ένα φίδι με σκοπό να το σκοτώσουν. Ωστόσο, εκείνο κατάφερε να διαφύγει. Παρακολουθώντας το περιστατικό από απόσταση, σχολίασε: «Σώθηκε από την κακία σας, όπως σωθήκατε εσείς από τη δική του»[17]. Ο Ιμπν Αμπάς ανέφερε ότι ο Αγγελιαφόρος του Θεού, όταν πρόσεξε έναν άνθρωπο να ακονίζει το μαχαίρι του μπροστά στα μάτια του προβάτου που θα έσφαζε, τον ρώτησε: «Θέλεις να το σκοτώσεις πάνω από μία φορά;»[18].
Η αγάπη και ο οίκτος του για τα πλάσματα διέφερε από αυτή των σημερινών αυτοαποκαλούμενων ανθρωπιστών. Ήταν ειλικρινής και μετρημένος στην αγάπη και τον οίκτο του. Ήταν ένας Προφήτης αναθρεμμένος από τον Θεό, τον Δημιουργό και Συντηρητή όλων των πλασμάτων, για την καθοδήγηση και την ευτυχία των ενσυνείδητων όντων –των ανθρώπων και των πνευμάτων– και για την αρμονία της ύπαρξης. Έτσι, δεν έζησε για τον εαυτό του, αλλά για τους άλλους. Είναι το έλεος για όλους τους κόσμους, η απόλυτη έκφραση της Θεϊκής Συμπόνιας.
Εξάλειψε όλες τις διαφορές που βασίζονταν σε φυλή και χρώμα. Κάποτε, ο Αμπού Νταρ θύμωσε τόσο πολύ με τον Μπιλάλ, που τον έβρισε: «Γιε μαύρης γυναίκας!» Ο Μπιλάλ πήγε στον Αγγελιαφόρο και του ανέφερε κλαίγοντας το περιστατικό. Ο Αγγελιαφόρος επέπληξε τον Αμπού Νταρ: «Ακόμα έχεις σημάδια της τζαχιλίγια (άγνοιας);». Μετανοώντας πλήρως, ο Αμπού Νταρ ξάπλωσε στο έδαφος και είπε: «Δεν θα σηκώσω το κεφάλι μου (εννοώντας ότι δεν θα σηκωνόταν όρθιος), αν δεν μου το πατήσει ο Μπιλάλ». Ο Μπιλάλ τον συγχώρεσε και συμφιλιώθηκαν[19]. Τόσο ισχυροί ήταν οι δεσμοί της φιλίας και της ανθρωπιάς που έφερε το Ισλάμ σε ένα λαό που ήταν κάποτε πρωτόγονος.
[1] Κάντι Ιγιάντ, Σιφά, 1:78-9 Χίντι, Κανζ αλ Ουμάλ, 4:93.
[2] Ιμπν Χισάμ, Σιράτ αλ Ναμπαγουίγια, 4:55 Ιμπν Καθίρ, Αλ Μπιντάγια γουά αλ Νιχαγιάχ, 4:344.
[3] Σουλτάνος Μεχμέντ Β’ (ο Πορθητής) (1431-1481). Ο 7ος Οθωμανός Σουλτάνος. Κατέκτησε την Κωνσταντινούπολη το 1453.
[4] Μουσλίμ, Μπιρ, 87.
[5] Χάνμπαλ, Μουσνάντ, 4:395 Μουσλίμ, Φαντάιλ, 126.
[6] Κάντι Ιγιάντ, ας-Σιφά αλ Σαρίφ, 1:17.
[7] Μπουχάρι, Αντχάν, 65 Μουσλίμ, Σαλάτ, 192.
[8] Μπουχάρι, Αντάμπ, 18.
[9] Του ίδιου, Αντάμπ, 18 Μουσλίμ, Φαντάιλ, 64.
[10] Τιρμιζί, Μπιρ, 16.
[11] Μπουχάρι, Τζανάιζ, 45.
[12] Του ίδιου, Τζανάιζ, 3.
[13] Μουσλίμ, Αϊμάν, 31, 33 Ιμπν Χάνμπαλ, Μουσνάντ, 3:447.
[14] Ιμπν Σαντ, αλ Ταμπάκατ αλ Κούμπρα, 1:195.
[15] Μπουχάρι, Ανμπίγια, 54 Μουσλίμ, Σαλάμ, 153.
[16] Αμπού Νταγούντ, Αντάμπ, 164 Ιμπν Χάνμπαλ, Μουσνάντ, 1:404.
[17] Σουνάν αλ Νασάι, «Χατζ», 114 Ιμπν Χάνμπαλ, Μουσνάντ, 1:385.
[18] Χακίμ, Μουσταντράκ, 4:231.
[19] Μπουχάρι, Ιμάν, 22.
- Δημιουργήθηκε στις